Dune (1984)



Ελληνικός τίτλος: Ντιουν

Περιπέτεια επιστημονικής φαντασίας της Universal σε σκηνοθεσία Ντέηβιντ Λυντς,  με τους Κάυλ ΜακΛάχλαν, Στινγκ, Βιρτζίνια Μάντσεν, Φραντσέσκα Άννις, Μπραντ Ντούριφ, Χοσέ Φερρέρ, Λίντα Χαντ, Σιλβάνα Μανγκάνο, Γιούργκεν Προύχνοου, Πάτρικ Στοιούαρτ.

Στο μακρινό έτος 10191, όλοι οι πλανήτες του γνωστού ηλιακού συστήματος τελούν υπό την ηγεσία του Αυτοκράτορα Σαντάμ του 4ου, ο οποίος ελέγχει και το το Μπαχάρι, το πιο πολύτιμο αγαθό του σύμπαντος. Το Μπαχάρι φέρεται πως έχει τη δυνατότητα να επιμηκύνει τη ζωή, να διευρύνει τη συνείδηση και ακόμα να "διπλώνει" το διάστημα, προσφέροντας τη δυνατότητα ταξιδιών σε οποιαδήποτε απόσταση χωρίς την παραμικρή κίνηση. Το Μπαχάρι εντοπίζεται μόνο στον πλανήτη Αράκις, του οποίου ο λαός περιμένει την εκπλήρωση της προφητείας για τον άνδρα που θα τους οδηγήσει στην αληθινή ελευθερία. Ο πλανήτης Αράκις είναι περισσότερο γνωστός ως "Ντιουν".

Είναι μία από τις πιο αγαπημένες ταινιες της ζωής μου και ταυτόχρονα μία από τις πλέον χαώδεις και ελαττωματικές στην ιστορία του σινεμά. Το δαιδαλώδες μυθιστόρημα του Φρανκ Χέρμπερτ, πρώτο από μια ολόκληρη σειρά βιβλίων που ακολούθησαν, όχι μόνο μaς συστήνει έναν θαυμαστό, καινούργιο κόσμο (κυριολεκτικά), μα ταυτόχρονα θέτει σε εκτενή παραρτήματα την ιστορία και τη γεωγραφία του. Μεσσιανικής κατεύθυνσης και θεοσκότεινο, το μυθιστόρημα είχε σαγηνέψει πολλά χρόνια νωρίτερα τους ανθρώπους του κινηματογράφου χωρίς όμως κανένα αποτέλεσμα, προtού ο Ντίνο Ντε Λαουρέντιις -τελευταίος δικαιούχος- κάνει τα αδύνατα-δυνατά για την υλοποίησή του λίγο καιρό πριν λήξουν τα δκαιώματα που κατείχε. Ο Ντέηβινυς Λυντς, άρτι προερχόμενος από τον επιτυχημένο "Ανθρωπο Ελέφαντα" αλλά και με το κύρος του cult που τον ακολουθούσε μετά το "Eraserhead", προσεληφθη για τη σκηνοθεσία και το σενάριο, αλλά χωρίς κανένα ικανοποιητικό αποτέλεσμα. Οι εκδοχές που δούλεψε ο ίδιος και οι συνεργάτες του οδηγούσαν σε ταινίες πολύ μεγάλης διάρκειας, την ίδια στιγμή που υπήρξαν και σενάρια "σπασμένα" στα 3, με την προοπτική κάποιας κινηματογραφικής τριλογίας. Μπορεί κανείς να ήθελε μια τρίωρη (ή τρεις τρίωρες) ενήλικη ταινία επιστημονικής φαντασίας (η εκδοχή που κάποτε είχε γράψει ο Χοντορόφσκι ήταν 11ωρη), μοιραία όμως το βιβλίο δεν βοηθούσε, όσο κι αν ήθελες να απομακρυνθείς από αυτό. Το έπος του Χέρμπερτ είτε το αποδέχεσαι ως κάτι μεγάλο που θα σε οδηγήσει σε κάτι αντίστοιχα μεγάλο (σε μέγεθος και διάρκεια) ή απλά παύεις να ασχολείσαι μαζί του. Στη συγκεκριμένη περίπτωση, πάσχισαν να βρουν μία μέση οδό με τα αποτελέσματα όμως να απογοητεύουν τους πάντες. 

Η Universal, η οποία μπορεί να μην είχε ανακατευθεί στην παραγωγή αλλά ήταν αυτή που θα αναλάμβενε τη διανομή της ταινίας σε ολόκληρο τον κόσμο, πίεζε τον Ντε Λαουρέντιις για μια τελική διάρκεια στο φάσμα των δύο ωρών και εκείνος με τη σειρά του που είχε επενδύσει τα μαλλιά της κεφαλής του, δεν είχε καμία διάθεση να τα πετάξει στα σκουπίδια, οπότε με τη σειρά του πίεζε τον Λυντς προς αυτήν την κατεύθυνση, οδηγώντας στην τελική ρήξη ανάμεσά τους και στο αποτέλεσμα που είδαμε στην οθόνη. Από ένα σημείο και μετά το μοντάζ δεν εξυπηρετούσε δημιουργικούς σκοπούς μα την περικοπή της διάρκειας, αφήνοντας την ιστορία ξεκρέμαστη και αναγκάζοντας σε επαναληπτικά γυρίσματα τόσο για την εισαγωγή πριν από τους τίτλους όσο και για τα ατελείωτα και κουραστικά voice over που είπε λειτουργούν ως αφήγηση είτε ως σκέψεις που ακούγονται δυνατά -αμφότερα καταστροφικά. Δεν είναι όμως μόνο το μοντάζ το πρόβλημα αφού δεν είναι πως υπήρχε στη βάση της μια σπουδαία ταινία που την πετσόκοψαν. Ο Λυντς έστεκε εμφανέστατα αμήχανος απέναντι στο εγχείρημα και ενδεχομένως με το μυαλό του πάντοτε στο δάσος να έχανε τα δέντρα. Η καθοδήγηση των ηθοποιών είναι κάτω του μετρίου, καθώς ο κρυόκωλος -με το συμπάθιο- ΜακΛάχλαν καλείται να συνυπάρξει με εμπειρότερους ηθοποιούς που καθοδηγούνται από το ένστικτό τους με τις συγκρίσεις να είναι ολέθριες. Το ίδιο καταστροφικό είναι το μέτρο και για τον Στινγκ, ενώ ας πούμε ο Μπραντ Ντούριφ και η Έλεν Χαντ επαναλαβάνουν με επιτυχία προηγούμενους ρόλους τους. Δεν είναι άμοιρος ευθυνών ο Λυντς κι αυτό το λέω προς υπεράσπιση του Ντε Λαουρέντιις που φαίνεται να είναι αυτός ο μοναδικός κακός στην ιστορία. Μολονότι δε είχε κοστίσει έναν σκασμό λεφτά για την εποχή (κάπου $50 εκατ.) αυτό δεν το βλέπεις ποτέ στα εφέ και τα σκηνικά. Μπορεί να είναι τεράστια και επιβλητικά, κάπου όμως έχουν την αίσθηση της Σινετσιτά στα b movies της προηγούμενης δεκαετίας, ενώ τα οπτικά εφφέ "φαίνονται" διαρκώς και δεν μπορείς επ' ουδενί να τα συγκρίνεις με τις άλλες ταινίες της εποχής. Πού πήγαν τα $50 εκατ. θα μου πείτε... Προφανώς σπαταλήθηκαν από εδώ κι από εκεί, στην προσπάθεια διάσωσης του ναυαγίου, ενώ φαντάζομαι μεγάλο μέρος τους θα πήγε στον χρωματισμό στο χέρι, καρέ-καρέ, των ματιών όλων των κατοίκων του Ντιουν, που το Μπαχάρι είχε κάνει μπλε. 

Υπάρχει, πάντως, ένα τεράστιο "αλλά" κάτω από όλο αυτό το χάος. Το μεγαλείο του μυθιστορήματος, των ιδεών του και του σύμπαντος που πλάθει είναι παρόντα και λειτουργούν ως κινητήριος δύναμη της ταινίας. Το "Ντιουν" έχει αναμφισβήτητες μεγάλες στιγμές και σεκάνς κινηματογραφικού μεγαλείου, στις οποίες η μουσική των "Toto" προσδίδει ακόμη μεγαλύτερη δύναμη. Την ίδια στιγμή, αυτό το εφιαλτικό σύμπαν με τους απεχθής και αηδιαστικούς χαρακτήρες εντείνει τον εφιάλτη και εν τέλει σώζει στη συνείδηση και την ψυχή αυτήν την τόσο λάθος ταινία που δεν ευτύχησε παρά την κορυφαία συγκέντρωση ταλέντου από κάθε άποψη. Ατύχησε παταγωδώς στα ταμεία, ενώ προτάθηκε για Όσκαρ Ήχου.

Για περισσότερες κριτικές ταινιών και παρουσιάσεις κινηματογραφικών αιθουσών, ακολουθήστε μας στο Facebook στη σελίδα Cinemano.

Αν αγαπάτε τις ταινίες επιστημονικής φαντασίας, θα βρείτε το αρχείο κειμένων του Cinemano, εδώ.

Σχόλια

Δημοφιλείς αναρτήσεις από αυτό το ιστολόγιο

Θέατρο - Ρουά ματ (2024)

Fourmi (2019)

Θέατρο - The Big Game (2024)

Θέατρο - Τζούλια (2024)

Το αγοροκόριτσο (1959) (Α/Μ)