Une balle au coeur (1966)


Ελληνικός τίτλος: Μια σφαίρα στην καρδιά

Δραματική περιπέτεια του Ζαν-Ντανιέλ Πολλέ, με τους Σάμι Φρέυ, Τζένη Καρέζη, Φρανσουάζ Αρντύ, Σπύρο Φωκά, Βασίλη Διαμαντόπουλο, Γιώργο Μούτσιο, Δημήτρη Μυράτ, Σωτήρη Μουστάκα.

Ο Φραντσέσκο, ένας νεαρός αριστοκράτης στη Σικελία, χάνει τον πύργο του που του τον αποσπά με δόλο ένας μεγαλοεγκληματίας της περιοχής. Καθώς δεν μπορεί να αποδείξει άμεσα την απάτη που ο Ριτσάρντι έστησε εις βάρος του, ορκίζεται εκδίκηση, με τη διαφορά ότι έχει μπει στο στόχαστρο της συμμορίας του. Μοναδική του ελπίδα η φυγή, και μάλιστα στην Ελλάδα, όπου κρύβεται ένας παλιός συνεργάτης του Ριτσάρντι, με τα ράμματα που έχει για τη γούνα του να φαντάζουν στον Φραντσέσκο ως ο μοναδικός τρόπος να τον εκβιάσει ώστε να του επιστρέψει αυτό που του ανήκει. Τα τσιράκια όμως τον ακολουθούν από τη Σικελία με σκοπό να τον σκοτώσουν και ο Φραντσέσκο βρίσκει καταφύγιο στο σπίτι και στην αγκαλιά μιας τραγουδίστριας στην Τρούμπα.

Έχει το σενάριο και τα ρακόρ του τρελού, καθώς και έναν σκασμό από λάθη που ο δημιουργός της τα καμουφλάρει κάτω από τον μανδύα της νουβέλ βαγκ που τότε ήταν φυσικά στα ντουζένια της. Από την άλλη όμως έχει μια λάμψη στην εικόνα της αυτή η ταινία, μια γοητεία και μια αφέλεια που σε κερδίζουν. Κατ' αρχήν έχει πολύ μεγάλο ενδιαφέρον η ιστορική αξία του φιλμ, καθώς πέρα από άγνωστο στους περισσότερους από εμάς, ήταν χαμένο επί σειρά ετών έως ότου βρέθηκε υλικό που επέτρεψε την εξαιρετική ψηφιακή αποκατάσταση, η οποία αποδίδει με μοναδική λαμπρότητα και λεπτομέρεια την υπέροχη φωτογραφία του Αλαίν Λεβάν. Λεπτόκοκκη εικόνα και λαμπερή παλέτα κάνουν τα χρώματα να εκρήγνυνται στην οθόνη και το πρόσωπο της Τζένης Καρέζη να ζωγραφίζεται σαν πίνακας. Εκεί, στην εικόνα της ταινίας, έγκειται και το δεύτερο μεγάλο ενδιαφέρον της, καθώς μας επιτρέπει να δούμε την Ελλάδα της εποχής έγχρωμη στη μεγάλη οθόνη, αλλά και πώς έβλεπαν οι ξένοι σκηνοθέτες τη χώρα μέσα από τον φακό της μηχανής. Έτσι έχουμε κάποια σπανιότατα χρωματιστά πλάνα της Τρούμπας, όπως και από το εσωτερικό των φτωχόσπιτων της πόλης. Ο Πολλέ, παρά το ευρύτερο χάος στο μυαλό του ως προς την ταινία,. αποφεύγει τα κιτς κλισέ της Πλάκας και των πλαζ και βγάζει μια Αθήνα σκοτεινή, επικίνδυνη και μίζερη, πνιγμένη στη φτώχεια και στο έγκλημα, ενόσω την ίδια στιγμή φιλοξενεί διεθνείς κινηματογραφικές παραγωγές όπως μας δείχνει η σχετική σκηνή με το ιταλικό -και καλά- συνεργείο στο Πέραμα. Μπορεί στα καθώς πρέπει μυαλά των θεατών του σήμερα αυτό να προσβάλλει την Αθήνα, όμως ήταν σύνηθες τα χρόνια εκείνα οι μεγαλουπόλεις της Ευρώπης να αποδίδονται ζοφερές και επικίνδυνες -ακόμα και το Παρίσι ως μια σκοτεινή τσιμεντούπολη φαινόταν στα φιλμ της εποχής, δεν ήταν της μόδας η κλασσική ομορφιά έτσι κι αλλιώς. Πάντα υπό το πρίσμα της ματιάς του "ξένου" στην Ελλάδα, ο Πολλέ αφήνει την ομορφιά να φανεί στην εξοχή, στους Δελφούς, στα υπέροχα τοπία που διασχίζει το τραίνο αλλά και στα σοκάκια της γραφικής Σκύρου. 

Ένα από τα μεγαλύτερα φάουλ της ιστορίας είναι οι δύο γυναικείοι ρόλοι, αυτός της τραγουδίστριας Κάρλας (με την Τζένη Καρέζη να επαναλαμβάνει απλώς τη "Λόλα" της) και αυτός της Άννα, της γαλλίδας τουρίστριας με την οποία συναντιέται τυχαία και ερωτεύεται παράφορα (και αδικαιολόγητα) ο Φραντσέσκο. Εάν εξαιρέσεις την ανάγκη να προστεθεί στο καστ η Φρανσουάζ Αρντί για λόγους πρεστίζ, stardome και υποστήριξης από τον γαλλικό Τύπο, ο ρόλος της Άννα δεν έχει κανέναν -μα κανέναν- λόγο ύπαρξης. Ουσιαστικά είναι σαν να πήραν τον βασικό γυναικείο ρόλο της ταινίας και να τον έσπασαν στα δύο ώστε να πρωταγωνιστήσουν και οι δύο γυναίκες. Ως αποτέλεσμα, η Κάρλα της Καρέζη (σαφώς καλύτερη και πιο μεστή και ως ηθοποιός και ως χαρακτήρας) απλά εξαφανίζεται από τη μια στιγμή στην άλλη για να εμφανισθεί η Άννα της Αρντί που όμως είναι ξενέρωτη (για να μην πω αντιπαθής) με αποτέλεσμα να ρίχνει στα τάρταρα τη δραματική κορύφωση της ταινίας γιατί πολύ απλά δεν σε νοιάζει ούτε αυτή ούτε ο ρόλος της. Πλην εκείνης και του πολύ γοητευτικού Σάμι Φρέυ (που σώζεται υποκριτικά μάλλον από ένστικτο) στην ταινία πρωταγωνιστούν αποκλειστικά έλληνες ηθοποιοί που στην πλειοψηφία τους μιλούν γαλλικά, έστω και παπαγαλία. Ο Σωτήρης Μουστάκας μόνο είναι ντουμπλαρισμένος, αν και η βασική του σκηνή χάθηκε (κυριολεκτικά) με αποτέλεσμα να την αφηγείται ο Φρέυ στην Καρέζη. Τα τραγούδια της ταινίας τα παραχώρησε ο Μίκης Θεοδωράκης και μολονότι φαντάζουν πολύ προχωρημένα για να τα ερμηνεύει τραγουδιάρα στην Τρούμπα, ας μην ξεχνάμε πως στα αυτιά των γάλλων θεατών ήταν απλώς "μπουζούκια". Εξαιρετικά τα ρούχα του Ντίμη Κρίτσα.

Για περισσότερες κριτικές ταινιών, σειρών και παρουσιάσεις κινηματογραφικών αιθουσών, ακολουθήστε μας στο Facebook στη σελίδα Cinemano.

Αν αγαπάτε το γαλλόφωνο σινεμά, θα βρείτε κείμενα και κριτικές από το αρχείο του Cinemano, εδώΓια περισσότερες περιπέτειες, κλικ  εδώ

 

Σχόλια

Δημοφιλείς αναρτήσεις από αυτό το ιστολόγιο

Θέατρο - Ρουά ματ (2024)

Fourmi (2019)

Θέατρο - The Big Game (2024)

Θέατρο - Τζούλια (2024)

Το αγοροκόριτσο (1959) (Α/Μ)