Monsieur Verdoux (1947)


Ελληνικός τίτλος: Ο κύριος Βερντού

Μαύρη κωμωδία σε σκηνοθεσία Τσάρλι Τσάπλιν, με τον ίδιο και τους Μάντυ Κορέλ, Ρόμπερτ Λιούις, Μάρθα Ρέυ, Άντα Μέυ, Ίζομπελ Έλσομ, Μαίριλυν Νας.

Στη Γαλλία, στα χρόνια του '30, με τη μεγάλη κρίση να ελοχεύει, ο κύριος Βερντού είναι ένας αδίστακτος Κυανοπώγων, που παντρεύεται πλούσιες χήρες τις οποίες σκοτώνει ή απλά εκμεταλλεύεται για τα χρήματά τους -μέχρι να τις σκοτώσει. Με την άρρωστη -πραγματική- γυναίκα του και τον μικρό του γιο να ζουν σε μια εξοχική κατοικία μακριά από το Παρίσι, αυτός ο ευγενής κομψός και καλοσυνάτος άνθρωπος, μεταμορφώθηκε σε ένα χαμογελαστό τέρας αφού έχασε τη δουλειά του στην τράπεζα όπου δούλευε για 30 χρόνια. Με μοναδικό του μέλημα να μην λείψει τίποτα στην οικογένειά του στους οποίους έχει πουλήσει ένα διαφορετικό παραμύθι, ο Ανρί Βερντού αλλάζει διαρκώς ταυτότητες, επαγγέλματα και σπίτι ανάλογα με την περίσταση. Όμως έρχεται κάποια στιγμή, όταν βρίσκεται αντιμέτωπος με την αλήθεια του και όταν καμία κομπίνα δεν μπορεί πλέον να τον γλιτώσει.

Ένας αγνώριστος κινηματογραφικά Τσάρλι Τσάπλιν, καθώς αποποιείται πλήρως την περσόνα του Σαρλώ, σχολιάζει απροκάλυπτα, με τον δικό του τρόπο την πολιτική και κοινωνική κατάσταση στην Ευρώπη του Μεσοπολέμου, χρησιμοποιώντας ως πλαίσιο τη δράση του Κυανοπώγωνα Λαντρού, τα εγκλήματα του οποίου είχαν συγκλονίσει τη Γαλλία. Η αρχική ιδέα αποδίδεται στους τίτλους της ταινίας στον Όρσον Γουέλς, μολονότι οι απόψεις των δύο αντρών διίσταντο ως προς τη γέννηση της ιστορίας.

Σε μια εποχή, μόλις λίγο μετά το τέλος Β' Παγκοσμίου, όταν η δημοτικότητά του στην Αμερική είχε βυθιστεί λόγω σκανδάλων και πολιτικών απόψεων, ο Τσάπλιν "ταξιδεύει" κινηματογραφικά στη Γαλλία και στη χρόνο και χρησιμοποιεί έναν κατά συρροή αλλά κατ' ανάγκη δολοφόνο για να περιγράψει τα γεγονότα που οδήγησαν στην κατάρρευση ολόκληρου του κόσμου και των αξιών του. Είναι σίγουρα ισχυρά αμφιλεγόμενη η φιγούρα του κ. Βερντού που εξαπατά και σκοτώνει χωρίς ίχνος δεύτερης σκέψης ώστε να προσφέρει μια άνετη διαβίωση στη γυναίκα του και τον γιο του, ακολουθώντας έναν εντελώς δικό του κώδικα ηθικής. Ο Τσάπλιν γυρίζει την πιο σκοτεινή του ταινία με θέμα και σκηνές που σοκάρουν, ενώ την ίδια στιγμή κατορθώνει με τη σκηνοθετική του ματιά να την παρουσιάσει ως μια ανάλαφρη και απολαυστική ψυχαγωγία, παρ' ότι ο αριθμός των πτωμάτων αυξάνεται. 

Ενάντια σε κάθε πολιτική ορθότητα, ο Τσάπλιν φέρνει τον εγκληματία ήρωά του στο πρώτο πλάνο και μας κάνει να τον νοιαζόμαστε, εν μέρει ανήθικα και από την πλευρά του, αφού η καρικατουρίστικη απεικόνιση των θυμάτων τούς στερεί την ανθρώπινη υπόσταση, μειώνοντας έτσι την ένταση του εγκλήματος, ενώ με την αντιπαθή συμπεριφορά τους είναι σαν να μας λέει ότι η μοίρα αυτή τούς άξιζε. Σε ένα φιλοσοφικό επίπεδο αυτό είναι ένα σημείο που θα μπορούσε να σταθεί κανείς και να παραθέτει διαρκώς αντικρουόμενα επιχειρήματα. Σε κινηματογραφικό επίπεδο πάντως, γιατί αυτό μας απασχολεί εδώ, αυτό το εύρημα δείχνει να δουλεύει, καθώς κατά βάθος μια μαύρη κωμωδία είναι η ταινία και αυτό είναι που είχε ο Τσάπλιν στο μυαλό του να γυρίσει. Δεν είναι το έγκλημα τόσο το θέμα του, όσο οι λόγοι που το προκάλεσαν και η τιμωρία του. Επ' αυτού,μπαίνει λοιπόν ο ίδιος μπροστάρης, παίρνοντας το σύνολο σχεδόν της ταινίας στους ώμους του και δίνει μια εξαιρετική ερμηνεία φωνής, εκφράσεων και σώματος, που αποτυπώνει όλα τα συναισθήματα ακόμα και σε εκείνη την εξαιρετική σκηνή που μετράει τα χαρτονομίσματα. 

Το μεγάλο καστ που τον πλαισιώνει -γυναίκες στην πλειοψηφία τους- δεν γίνονται ποτέ ολοκληρωμένοι ρόλοι αλλά παραμένουν αφορμές για τον δικό του χαρακτήρα να δράσει ή να αντιδράσει. Πολύ σοφά, ο μοναδικός β' ρόλος που ξεπετάγεται με δική του οντότητα στο φιλμ είναι αυτός της νεαρής κοπέλας που παρασύρει στο σπίτι του με σκοπό να τη σκοτώσει ως πείραμα που θα του επιτρέψει να διαπιστώσει αν το δηλητήριο που θα χρησιμοποιήσει εντοπίζεται κατά τη νεκροψία -άλλη μία εξαιρετική σκηνή.

Σκηνοθετικά και παρά το περίπλοκο σενάριο που έγραψε, ο Τσάπλιν χειρίζεται δεξιότεχνα το υλικό του αν και υπάρχουν στιγμές -όπως στη σκηνή στη βάρκα- που μολονότι πολύ διασκεδαστική είναι πιο σλάπστικ από όσο αντέχει το όλο ύφος. Είναι τολμηρή ταινία ο κ. Βερντού και βλάσφημη απέναντι σε κάθε ίχνος καθωσπρεπισμού, δυνατή ακόμη και σήμερα όχι λόγω αρχαιολατρείας, αλλά επειδή έχει μέσα της δύναμη και δημιουργική ευστροφία.

Για περισσότερες κριτικές ταινιών και παρουσιάσεις κινηματογραφικών αιθουσών, ακολουθήστε μας στο Facebook στη σελίδα Cinemano.


Σχόλια

Δημοφιλείς αναρτήσεις από αυτό το ιστολόγιο

Θέατρο - Ρουά ματ (2024)

Fourmi (2019)

Θέατρο - The Big Game (2024)

Θέατρο - Τζούλια (2024)

Θέατρο - Έρωτας-Κόκκινο Φιλί -Κεφάλαιο ΙΙΙ (2024)