Tár (2022)


Δραματική ταινία των Universal/Focus σε σκηνοθεσία Τοντ Φηλντ, με τους Κέητ Μπλάνσετ, Νοεμί Μερλάν, Νίνα Χος, Σόφι Κάουερ.

Διακεκριμένη μαέστρος της Φιλαρμονικής του Βερολίνου, μια από τις ελάχιστες γυναίκες σε έναν παραδοσιακά ανδροκρατούμενο κόσμο, η Λύδια Ταρ απολαμβάνει την επιτυχία της τόσο επαγγελματικά όσο και προσωπικά. Όμως ούτε η σύζυγός της ούτε η κόρη της δείχνουν να μπορούν να την αποσπάσουν από τις προετοιμασίες του νέου της εγχειρήματος, της ζωντανής ηχογράφησης της 5ης Συμφωνίας του Μάλερ που πλέον της απομυζά την ίδια της την ύπαρξη. Με ένα τεράστιο "εγώ", μαέστρος και χειραγωγός των ανθρώπων γύρω της που τους μεταχειρίζεται όπως ακριβώς τα όργανα της ορχήστρας της, η Λύδια Ταρ δεν θα αργήσει να αντιμετωπίσει τις σκιές του παρελθόντος της.

Όλα μοιάζουν να πηγαίνουν αντίστροφα στην ταινία, από τους τίτλους τέλους που πέφτουν στην αρχή μέχρι και αυτήν την ίδια την ιστορία, η οποία ξεκινά με την ηρωίδα μας στην κορυφή προτού αρχίσει τη σταδιακή της αποκαθήλωση. Είναι μια από τις σπάνιες και ευλογημένες στιγμές που η ώσμωση ρόλου, ηθοποιού και σκηνοθέτη λειτουργεί τόσο καταλυτικά ως προς την ψευδαίσθηση που η Λύδια Ταρ μεταμορφώνεται μπροστά στα μάτια μας σε υπαρκτό πρόσωπο. Η εξαιρετική αρχική σεκάνς της συνέντευξης που δίνει στον συγγραφέα και δοκιμιογράφο του The New Yorker, Άνταμ Γκόπνικ, είναι γραμμένη και δομημένη με τέτοια λεπτομέρεια και βάθος που ειλικρινά πιστεύεις στον απόλυτο βαθμό πως η Λύδια Ταρ υπάρχει στην πραγματικότητα και πως παρακολουθείς της βιογραφία της. Μακροσκελής, βουτηγμένη σε λεπτομέρειες περί κλασικής μουσικής και πραγματικά γεγονότα, η υπέροχη αυτή σκηνή σε βυθίζει στον κόσμο της ταινίας, ορίζει τον τόνο της ιστορίας και το κυριότερο αρχίζει να ξεδιπλώνει δεξιότεχνα όχι μόνο την ψυχοσύνθεση της ηρωίδας αλλά και την ιστορία της. Όλα όσα προηγήθηκαν και την οδήγησαν στην κορυφή αποκτούν οντότητα και κατά έναν παράξενο τρόπο μοιάζουν με περίληψη μιας άλλης ταινίας που ενδεχομένως να είχε προηγηθεί αυτής εδώ, στην οποία παρακολουθήσαμε την πορεία της Ταρ προς την κορυφή. Είναι αυτή η αίσθηση του αντίστροφου για την οποία σας μίλησα στην αρχή. 

Κι αν η πρώτη, μακροσκελής σεκάνς θέτει τα όρια του παρελθόντος της, αυτή που ακολουθεί (και μάλιστα γυρισμένη σε απίστευτο μονοπλάνο) κατά τη διάρκεια του master class που παραδίδει στους μαθητές της Σχολής Τζούλιαρντ, καθορίζει τη θεματική της ταινίας και προσδιορίζει τον χαρακτήρα της Ταρ, χωρίς καν να ξέρεις τι πρόκειται να επακολουθήσει, χωρίς ακόμα να έχεις πάρει την παραμικρή μυρωδιά για το προς τα πού θα κινηθεί η ιστορία. Το σενάριο, βλέπετε, είναι τόσο εξαιρετικά γραμμένο που σε κάνει να ρουφάς αυτά που συμβαίνουν στην οθόνη ως μεμονωμένα γεγονότα, γραμμένο μάλιστα στην κόψη του ξυραφιού καθώς τα θέματα που θίγονται -ειδικά στη σκηνή του master class- είναι ταμπού και επικίνδυνα ως προς τη διαχείρισή τους. 

Κι ενόσω λοιπόν έχεις παρακολουθήσει δύο σκηνές εξαιρετικού σινεμά, που όμως φαίνεται να μην πηγαίνουν προς τα κάπου την ιστορία (εξ ου και η κόπωση που κάποιοι θεατές βιώνουν), χωρίς να το συνειδητοποιείς γνωρίζεις πλέον κάθε βασική πληροφορία για την γυναίκα αυτή, ώστε στη συνέχεια οι αντιδράσεις και οι πράξεις της να σου είναι απόλυτα οικείες και κατανοητές -άρα και να πάρεις θέση έναντι κάθε αντίδρασής της. Δεν ωραιοποιεί τα γεγονότα ο Τοντ Φηλντ, ούτε τα δικαιολογεί ούτε τα καταδικάζει. Τα παραθέτει απλά, ένα προς ένα, ξεθωριάζοντας σταδιακά την αγιογραφία της και αποκαλύπτοντας πίσω από τις επιφανειακές πινελιές μια εικόνα γεμάτη σκιές που αλλοιώνουν το αγέρωχο πρόσωπό της. Αντίστοιχη διαδρομή ακολουθεί και η φωτογραφία της ταινίας, με τον Φλόριαν Χόφμάιστερ να κάνει θαύματα, διατηρώντας όχι μόνο σε γήινες αποχρώσεις της άμμου και του γκρι τη χρωματική παλέτα του φιλμ αλλά "χαμηλώνοντας" σταδιακά και τον φωτισμό. Μετά τα ολοφώτεινα αρχικά πλάνα της συνέντευξης, του master class και του λαμπερού, χαμογελαστού προσώπου της Λύδια Ταρ, το φως αρχίζει να δίνει τη θέση του στις σκιές και στο ημίφως, έως τα ευτελή ποπ χρώματα του φινάλε.

Μαέστρος με την απόλυτη έννοια του όρου, η Κέητ Μπλάνσετ παραδίδει μαθήματα υποκριτικής και μια ερμηνεία που συγκλονίζει με την ολότητα εσωτερικής και εξωτερικής έκφρασης. Παίζει πιάνο, διευθύνει ορχήστρα, μιλάει γερμανικά, χειραγωγεί ανθρώπους, φλερτάρει, φοβάται, δραπετεύει, αντεπιτίθεται, απειλεί κι όλα μαζί βυθισμένη στην αυθυπαρξία του ρόλου και με πρόσωπο υποτελές σταδιακά στην αγωνία και στις σκιές. Εξαιρετικοί οι β' ρόλοι, με τη Νίνα Χος, τη Νοεμί Μερλάν και την τσελίστρια (στην πραγματικότητα) Σόφι Κάουερ (στην πρώτη εμφάνιση ως ηθοποιός) να αναδεικνύουν τους χαρακτήρες που υποδύονται, προσθέτοντας ταυτόχρονα χρώματα και σκιές στην αποδομημένη αγιογραφία της σπουδαίας αυτής διάσημης και διαβόητης γυναίκας που μολονότι δεν υπήρξε ποτέ, θα υπάρχει για πάντα μέσα από τη σπουδαία αυτή ταινία.

6 υποψηφιότητες για Όσκαρ, 5 υποψηφιότητες για BAFTA, Βραβείο Γυναικείας Ερμηνείας στη Βενετία.

Για περισσότερες κριτικές ταινιών, θεατρικών παραστάσεων, τηλεοπτικών σειρών και παρουσιάσεις κινηματογραφικών αιθουσών, ακολουθήστε μας στο Facebook και στο Instagram.

Σχόλια

Δημοφιλείς αναρτήσεις από αυτό το ιστολόγιο

Θέατρο - Ρουά ματ (2024)

Fourmi (2019)

Θέατρο - The Big Game (2024)

Θέατρο - Τζούλια (2024)

Το αγοροκόριτσο (1959) (Α/Μ)