Silence (2016)


Ελληνικός τίτλος: Σιωπή

Δραματική ταινία του Μάρτιν Σκορτσέζε, με τους Άντριου Γκάρφηλντ, Άνταμ Ντράιβερ, Λίαμ Νήσον, Ταντανόμπου Ασάνο, Σίν'υα Τσουκαμότο. 

Δύο καθολικοί ιερείς από την Πορτογαλία, ταξιδεύουν στην Ιαπωνία του 1640 για να εντοπίσουν τον μέντορά τους, σε μια εποχή που ο Χριστιανισμός στη μακρινή εκείνη χώρα επέφερε ποινή θανάτου. 

Πρόκειται για μια από τις ταινίες εκείνες που στο άκουσμα του σκηνοθέτη, των πρωταγωνιστών και του θέματος που πραγματεύονται ανυπομονείς να δεις, βέβαιος πως θα βρεθείς απέναντι σε αριστούργημα. Μπορεί να ξεκινάω από λάθος βάση, ενδεχομένως, αλλά τι άλλο θα μπορούσα να περιμένω; Βέβαια, δεν είναι λίγες οι φορές που (έστω και εσφαλμένα) άλλα περιμένεις να δεις και άλλα βλέπεις, αλλά δεν είναι αυτό λόγος να μην σου αρέσει αυτό που τελικά ξετυλίγεται επάνω στην οθόνη. Στο φινάλε, δεν έχει την παραμικρή σημασία τι περιμένω να δω εγώ αλλά το έργο που γύρισε ο κάθε δημιουργός. Από αυτήν την άποψη λοιπόν (και επιμένω πως είναι λανθασμένη), άλλα περίμενα και άλλα είδα. Η Σιωπή δεν είναι η επική ταινία που περίμενα (κάτι στο οποίο συνέβαλε και η μεγάλη της διάρκεια), αλλά ένα έργο περισσότερο προσωπικό, περισσότερο χειροποίητο, περισσότερο εσωτερικό. 

Είναι ένα συμβολικό ταξίδι σε μια ξένη χώρα, επικίνδυνη και θανατηφόρα, και την ίδια στιγμή ένα εσωτερικό ταξίδι αναζήτησης της δικής μας αλήθειας και της αλήθειας του Θεού μας. Ο Πάτερ Ροντρίγκεζ και ο Πάτερ Γκάρπε ξεκινούν πεπεισμένοι για την αλήθεια τους και την οικουμενικότητα των αξιών που πρεσβεύουν για να βρεθούν εντέλει σε μια χώρα που την καλύπτει η λάσπη, με ένα χώμα όπου τίποτα δεν φυτρώνει και όπου οι "πιστοί" χριστιανοί της έχουν ασπαστεί μια δική τους εκδοχή του Χριστιανισμού γιατί αυτή είναι η φύση τους και έτσι οδηγεί την αντίληψή τους. Από την άλλη πλευρά, οι διοικούντες την Ιαπωνία αντιμάχονται το νέο δόγμα για αμιγώς πολιτικούς λόγους και κατατρέχουν με μένος όσους το ασπάζονται. Εν μέσω όλων αυτών, η διαδρομή των δύο ιερωμένων γίνεται ένα κυνηγητό φόβου και προδοσίας, σε ένα περιβάλλον εχθρικό και επικίνδυνο, όπου οι δικές τους πεποιθήσεις, η πίστη τους η ίδια γίνεται βορά των αντιθέσεων, του εξευτελισμού και του θανάτου. Και όσο ο πάτερ Ροντρίγκεζ μάχεται για την πίστη του, συνειδητοποιεί πως ταυτόχρονα μάχεται και ενάντια σε αυτήν αλλά και τον ίδιο του τον εαυτό, ενόσω ο Θεός παραμένει σιωπηλός μέσα στο χάος και τον φόβο. 

Θα μπορούσαμε να συζητάμε ώρες ατελείωτες για τα θέματα που πραγματεύεται η ταινία του (αγαπημένου) Σκορτσέζε, όμως δεν έχουμε να κάνουμε με φιλοσοφικό δοκίμιο, αλλά με κινηματογραφικό έργο και αυτό έχουμε απέναντί μας. Κινηματογραφικά, λοιπόν, όλες αυτές οι ιδέες είναι παρούσες και ξεκάθαρες, με τη διαδρομή του πρωταγωνιστή (ενός εύθραυστου αλλά όχι τόσο σίγουρου για τον εαυτό του Άντριου Γκάρφηλντ) να παρουσιάζεται ως μια διαδρομή του Ιησού στον Γολγοθά που ζητά την άφεση για τις αμαρτίες τις δικές του όσο και των γύρω του. Όμως όσο και ο ίδιος ο πρωταγωνιστής δεν είναι σίγουρος για τις πράξεις και τις αποφάσεις του, άλλο τόσο αβέβαιη και αμήχανη στέκει και η ίδια η ταινία. Με το ύφος της να κοντράρει από σκηνή σε σκηνή με αυτό ενός γκραντιόζο επικού δράματος και ενός εσωτερικού φιλμ φιλοσοφικής αναζήτησης, επαφίεται σε ένα ακατάπαυστο voice over (μέσα από την ανάγνωση επιστολών) για να μας εξηγήσει αυτά που στην ουσία βλέπουμε να διαδραματίζονται στην οθόνη. Είναι σαν ο ίδιος ο Σκορτσέζε να αντιμετώπιζε το υλικό του με άγχος, σαν να μην ήξερε το ύφος που ήθελε να ακολουθήσει και εξηγώντας μας σκέψεις και θεωρίες να εξηγεί και στον εαυτό του τι τελικά θέλει να κάνει. 

Προς Θεού, δεν μιλάμε για μια όχι καλή ταινία. Είναι, όμως, μια αμήχανη ταινία, με πολύ σπουδαίες μεμονωμένες σκηνές, με ξεκάθαρη φιλοσοφική/θρησκευτική θεώρηση και ένα συμπαγές καστ που δεν έχει όμως μόνο εξαιρετικές στιγμές. Κάποτε αδύναμος αλλά σε ορισμένες σκηνές πολύ δυνατός ο Άντριου Γκάρφηλντ, ο αγνώριστα αδυνατισμένος Άνταμ Ντράιβερ παίζει ώρες-ώρες σαν κακομαθημένο σχολιαρόπαιδο, αλλά έχει τη δική του μεγάλη στιγμή στην παραλία, ενώ οι δύο Ιάπωνες πρωταγωνιστές έχουν εξίσου κάποιες καλές σκηνές αλλά και κάποιες που μοιάζουν να παρωδούν τους χαρακτήρες που ενσαρκώνουν. Χρειάζεται να κάνει την εμφάνισή του ο Λίαμ Νήσον, προς το τέλος της ταινίας για να πάρει την ταινία επάνω του στις δύο σκηνές που πρωταγωνιστεί αλλά και να δώσει πάσα στον Άντριου Γκάρφηλντ που σε αυτές τις σκηνές δείχνει να πατάει πιο γερά στα πόδια του. Η φωτογραφία του Ροντρίγκο Πριέτο κάνει την οθόνη να μουλιάζει από την υγρασία και το μουσκεμένο χώμα, ενώ η μουσική των Κάθριν και Κιμ Άλλεν Κλούγκε γίνεται ένα με τους ήχους του έξω αλλά και του μέσα κόσμου των ηρώων, υπογραμμίζοντας σκηνές και στιγμές, χωρίς να γίνεται ποτέ αντιληπτή, ενισχύοντας αν θέλετε αυτή την εκκωφαντική σιωπή ενός Θεού που επιλέγει να μιλήσει μόνο όταν έχει κάτι να πει κι όταν εμείς έχουμε τα αυτιά μας ανοιχτά για να τον ακούσουμε. Αναμφισβήτητα πρόκειται για μια πολύ ενδιαφέρουσα στιγμή του Μάρτιν Σκορτσέζε, αλλά, επιμένω, και μια από τις πλέον αμήχανες.

Σχόλια

Δημοφιλείς αναρτήσεις από αυτό το ιστολόγιο

Fourmi (2019)

Θέατρο - Ρουά ματ (2024)

Θέατρο - The Big Game (2024)

Θέατρο - Τζούλια (2024)

Το αγοροκόριτσο (1959) (Α/Μ)