Castillos de cartón (2009)


Αισθηματικό δράμα σε σκηνοθεσία Σαλβαντόρ Γκαρσία Ρουίζ, με τους Αντριάνα Ουγκάρτε, Νίλο Ζίμερμαν, Μπιέλ Ντουράν.

Η Μαρία Χοζέ, ο Μάρκος και ο Χάιμε, συμφοιτητές στη Σχολή Καλών Τεχνών, αναπτύσσουν μια έντονη ερωτική σχέση καθώς η κοπέλα είναι ερωτευμένη με τον Μάρκος (που όμως έχει πρόβλημα στύσης) και ο καλύτερός του φίλος, ο Χάιμε, μαζί της. Τα δυο αγόρια, μολονότι έχουν δοκιμάσει ξανά το ίδιο τέχνασμα με άλλες κοπέλες στο παρελθόν, με τον πιο όμορφο και ευγενικό Μάρκος να τις φλερτάρει και εν τέλει τον Χάιμε να τους κάνει έρωτα, βρίσκονται σε αχαρτογράφητα μονοπάτια αφού για πρώτη φορά στη σχέση μπαίνει το συναίσθημα και ο έρωτας που τελικά κρατούν ενωμένο αυτό το παράξενο τρίγωνο που φυσικά οφείλει να μείνει κρυφό. Μόνο όταν το (ψυχολογικό τελικά) πρόβλημα του Μάρκος λύνεται από μόνο του και μπορεί πλέον και ο ίδιος να κάνει έρωτα με τη Μαρία χωρίς τη βοήθεια του φίλου του, οι δυναμικές αλλάζουν καθώς βγαίνουν στην επιφάνεια κόντρες και ανασφάλειες.

Μπορώ να αντιληφθώ πλήρως την αμηχανία των τριών ηρώων της ταινίας έναντι αυτής της πρωτόγνωρης για όλους τους κατάσταση, την οποία το νεαρό της ηλικίας τους και το χρονικό πλαίσιο (η ταινία διαδραματίζεται στα '80s) δεν τους επιτρέπει να τη διαχειριστούν σε βάθος παρά μόνο να την απολαύσουν. Αυτό που δεν μπορώ να αντιληφθώ είναι η αμηχανία του σεναρίου (Ενρίκε Ουρμπίζου) και της σκηνοθεσίας να αρθρώσουν στιβαρό λόγο απέναντι στο θέμα που εξιστορούν. Δηλαδή, τι θέλει να πει ο ποιητής και γιατί συμβαίνουν όλα όσα συμβαίνουν; Είναι επιφανειακή και εκ του ασφαλούς η αντιμετώπιση της ιστορίας (βασίζεται σε μυθιστόρημα της Αλμουδένα Γκράντες), την οποία μόνο ως "επεισόδιο" της ζωής αυτών των τριών παιδιών μπορείς να αντιμετωπίσεις και όχι σαν ολοκληρωμένο έργο. Καθώς τα δύο αγόρια έχουν επαναλάβει το τέχνασμα και άλλες φορές και καθώς η ηρωίδα μας δεν διστάζει και πολύ να πει το ναι, ούτε ως ιστορία αυτογνωσίας και εσωτερικής ανακάλυψης μπορείς να την εκλάβεις ούτε και ως πορεία ενηλικίωσης αφού το φινάλε δεν αφήνει καμία τέτοια υπόνοια. Δυστυχώς, παρά τη συμπαθέστατη τριπλέτα των νεαρών πρωταγωνιστών, τη φροντισμένη φωτογραφία (Τεό Ντελγάδο) και τη συναισθηματικής φόρτισης μουσική επένδυση (Πασκάλ Γκαίνιε), το τελικό αποτέλεσμα μοιάζει με μικρού μήκους ταινία ξεχειλωμένη στα 90 λεπτά, αφήνοντας αναπάντητα κενά τόσο για τους χαρακτήρες όσο και για τα περιστατικά και το χρονικό πλαίσιο, αφού ας πούμε ποτέ δεν αντιλαμβάνεσαι σε τι εξυπηρετεί η τοποθέτηση της δράσης στα χρόνια του '80, δεδομένου ότι δεν ήταν η εποχή ή το περιβάλλον που θέτουν εμπόδια στους πρωταγωνιστές μας και στη σχέση τους. Έχει όμορφες στιγμές η ταινία, βγάζει συναίσθημα, σε κάνει νοιάζεσαι για αυτά τα τρία παιδιά, αλλά ποτέ δεν ολοκληρώνει ουσιαστικά αυτό που θέλει να πει, μοιάζοντας τελικά και η ίδια με ένα κάστρο από χαρτόνι, όπως είναι και ο τίτλος της: Όμορφο από έξω, κενό από μέσα και μόλις πας να το δεις καλύτερα, διαλύεται στο πρώτο άγγιγμα.

Για περισσότερες κριτικές ταινιών, σειρών και παρουσιάσεις κινηματογραφικών αιθουσών, ακολουθήστε μας στο Facebook στη σελίδα Cinemano.

Αν αγαπάτε τις δραματικές ταινίες, θα βρείτε το αρχείο κειμένων του Cinemano, εδώ.

 

Σχόλια

Δημοφιλείς αναρτήσεις από αυτό το ιστολόγιο

Θέατρο - Ρουά ματ (2024)

Fourmi (2019)

Θέατρο - The Big Game (2024)

Θέατρο - Τζούλια (2024)

Το αγοροκόριτσο (1959) (Α/Μ)