Dunkirk (2017) (IMAX)


Ελληνικός τίτλος: Δουνκέρκη

Πολεμική ταινία της Warner, σε σκηνοθεσία Κρίστοφερ Νόλαν, με τους Φιον Γουάιτχεντ, Νταμιέν Μπονάρ, Άνιουριν Μπάρναρντ, Μαρκ Ράυλανς, Τομ Χάρντυ, Κέννεθ Μπράνα, Σίλιαν Μέρφυ, Τομ-Γκλυν Κάρνεϋ, Μπάρυ Κήογκαν, Τζέημς Ντ'Άρσυ, Χάρρυ Στάιλς. 

Η απόπειρα διάσωσης των συμμαχικών στρατιωτών που είχαν αποκλειστεί στην παραλία της Δουνκέρκης. Εκατοντάδες χιλιάδες στρατιώτες από την Αγγλία, τη Γαλλία και το Βέλγιο περίμεναν μέσο διαφυγής, την ώρα που οι γερμανικές δυνάμεις τους περικύκλωναν από στεριά, αέρα και θάλασσα. 

Μια από τις μεγαλύτερες υποχωρήσεις του Β' Παγκοσμίου Πολέμου και μια από τις μεγαλύτερες ήττες των συμμάχων, τελικά καταγράφηκε στην ιστορία ως ένα έπος θάρρους, μεγαλοψυχίας και ανθρωπιάς, αφού για τη διάσωση των στρατιωτών κλήθηκαν να συμμετάσχουν όλοι όσοι είχαν πλωτό μέσο. Ως αποτέλεσμα, χιλιάδες σκάφη αναψυχής, καΐκια και ψαρόβαρκες διέσχισαν τη Μάγχη, κόντρα στις βόμβες, τις τορπίλες και τα καταδιωκτικά και μετέφεραν σώους στη Μεγάλη Βρετανία τους περισσότερους από τους εγκλωβισμένους στρατιώτες. Η συμμετοχή τους και το θάρρος τους ήταν τέτοια, που τελικά αντί η υποχώρηση να καταρρακώσει το ηθικό των συμμαχικών δυνάμεων, έγινε σημείο αναφοράς της ανδρείας και της αυταπάρνησης όλων αυτών που βρέθηκαν εκεί για να βοηθήσουν, ανάβοντας πιο δυνατά τη φλόγα της αντίστασης στον άξονα στις επερχόμενες μάχες.

Και είναι αυτό ακριβώς το γεγονός της ήττας που μεταμορφώνεται σε ηθικό θρίαμβο στο οποίο επικεντρώνει ο Νόλαν στη νέα του ταινία, την πρώτη μετά από χρόνια που δεν καταπιάνεται με στοιχεία του φανταστικού. Χωρισμένη άτυπα σε τρία κεφάλαια (Μώλος, Θάλασσα, Αέρας) τα οποία τρέχουν παράλληλα αλλά όχι απαραίτητα και στον ίδιο χρόνο, η ταινία μεταμορφώνεται σε έργο συνόλου, αφού κατ' ουσίαν δεν έχει τους δυο-τρεις βασικούς ήρωες των οποίων την ιστορία να παρακολουθούμε. Η ταινία αφορά όλους όσοι βρέθηκαν εκεί, άρα και οι πρωταγωνιστές της εκπροσωπούν ενδεικτικά, ο καθένας από την πλευρά του, όλες τις εμπλεκόμενες ομάδες. Από τη μία έχουμε τους δύο νεαρούς στρατιώτες στην παραλία, δίπλα στον μώλο, να προσπαθούν να επιβιβαστούν σε κάποιο πλωτό μέσο και να διαφύγουν. Ύστερα είναι το πλήρωμα της μίας βάρκας που ταξιδεύει από την Αγγλία για την Δουνκέρκη, ένας πατέρας με τον γιο του κι έναν φίλο του. Και μετά, είναι και οι δύο πιλότοι των Σπίτφάιρ της RAF που καλύπτουν την επιχείρηση από αέρος. Δεν ξέρουμε τίποτα για κανέναν από όλους αυτούς, σε κάποιες περιπτώσεις δεν γνωρίζουμε καν τα ονόματά τους, δεν είναι ολοκληρωμένοι ήρωες ή χαρακτήρες με τη συμβατική έννοια του όρου. Στην ουσία δεν είναι τίποτα περισσότερο από τυχαίες επιλογές ανθρώπων που βρέθηκαν εκεί, εκείνη τη στιγμή, λες και παρακολουθούμε ένα ντοκυμανταίρ η κάμερα του οποίου κέντραρε τυχαία σε ορισμένες φιγούρες. 

Κάποιοι θα πουν, δικαιολογημένα κιόλας, πως αυτή η απουσία χαρακτήρων στερεί από την ταινία τη δραματική της υπόσταση. Και είναι όντως έτσι. Όμως, όση δραματική-συναισθηματική κορύφωση της λείπει, τόσο ενισχύεται η παγκοσμιότητά της. Στα πρόσωπα των δύο νεαρών, αμούστακων σχεδόν και φοβισμένων φαντάρων στην παραλία εκπροσωπούνται όλα εκείνα τα εκατομμύρια παιδιά που βρέθηκαν σε έναν πόλεμο βίαιο, σκληρό και απρόσωπο. Στο πλήρωμα της βάρκας, αυτός ο πατέρας και ο γιος του με τον φίλο του είναι τρεις από τους χιλιάδες που διέσχισαν με αυτοθυσία τη Μάγχη για να σώσουν όσους μπορούσαν να σώσουν σε μια μεγαλειώδη στιγμή καθήκοντος απέναντι στην πατρίδα και στους ανθρώπους. Οι δυο πιλότοι της RAF είναι απλά δύο από τους επίσης αναρίθμητους αεροπόρους που καταδίωκαν μεταλλικά εχθρικά τέρατα στον αέρα, αποκομμένοι από τη Γη και τους ανθρώπους. 

Ο Β' Παγκόσμιος, σε αντίθεση με τον Α'. ήταν πόλεμος μηχανών. Οι αντίπαλοι δεν κυνηγιόνταν στις λάσπες για να πολεμήσουν πρόσωπο με πρόσωπο με τις ξιφολόγχες τους. Εδώ ο εχθρός είναι στην ουσία αόρατος. Είναι οι σφαίρες που σφυρίζουν από μακριά, είναι τα αεροπλάνα που ξερνάνε βόμβες ή θερίζουν με τα πυροβόλα τους, είναι οι σιωπηλές τορπίλες που φτύνουν αόρατα υποβρύχια. Ο εχθρός δεν έχει πρόσωπο, δεν είναι άνθρωπος, είναι κάτι γενικό, επικίνδυνο, θανατηφόρο και αδιόρατο. Δεν είναι τυχαίο που στην ταινία ο Νόλαν επιλέγει να μην μας δείξει ούτε για μια στιγμή το πρόσωπο των Γερμανών. Οι Γερμανοί είναι σφαίρες, αεροπλάνα, τορπίλες και βόμβες. Τίποτα περισσότερο. Κι αυτός ο απρόσωπος πόλεμος, εντείνει τον φόβο, την αγωνία και τον πανικό, τόσο σε αυτούς τους ενδεικτικούς ήρωες όσο και στον θεατή. 

Ούτε εμείς τον βλέπουμε τον εχθρό. Ποτέ! Βλέπουμε μόνο τις τρύπες από τις σφαίρες, βλέπουμε τις βόμβες να πέφτουν από ψηλά, βλέπουμε τα αεροπλάνα, βλέπουμε τον παφλασμό που δημιουργεί η τορπίλη. Αλλά, τον ακούμε. Ακούμε τα πάντα στην ταινία! Ίσως να έχουμε στην οθόνη απέναντί μας την πιο "ακουστική" ταινία που γυρίστηκε ποτέ. Αν υπάρχουν δύο βασικοί πρωταγωνιστές σε όλο το φιλμ είναι ο ήχος και η μουσική. Η δουλειά που έχει γίνει στο μοντάζ και την επεξεργασία του ήχου ξεπερνά ό,τι έχετε ακούσει ποτέ στο σινεμά. Ο ήχος της είναι κάτι ζωντανό που σε κυκλώνει, σε αγριεύει, σε τρομάζει κι όταν την ίδια στιγμή παύει, δημιουργεί αδυσώπητες σιωπές. Και πάνω στον ήχο, πατάει και η μουσική του Χανς Ζίμερ, άλλο αλλόκοτο θεριό αυτή, να γίνεται ένα με τον ήχο των κυμάτων, των εκρήξεων, των πυροβόλων από τα αεροπλάνα, να ενισχύει τη δράση και να μοιάζει με τεράστια σκιά που απλώνεται παντού και την ίδια στιγμή να μεταμορφώνεται σε χάδι, σε χέρι που ανακατεύει τρυφερά τα μα΄λλιά των τρομοκρατημένων φαντάρων. 

Γυρισμένη με φιλμ σε κάμερες ΙΜΑΧ, η εικόνα της Δουνκέρκης, υπό τη διεύθυνση φωτογραφίας του  Χόυτε Βαν Χόυτεμα, σκοτεινιάζει, φωτίζει και αγριεύει ανάλογα με τη στιγμή, ενώ ταυτόχρονα κρατά μια ανατριχιαστική καφετί παλέτα σαν γκραν γκινιόλ καρτ ποστάλ της εποχής, από έναν εφιαλτικό τόπο διακοπών. Όμως, αυτή η εμμονή του Κρίστοφερ Νόλαν να αποφεύγει όσο μπορεί την παραμικρή ψηφιακή επεξεργασία αφαιρεί από κάποιες σκηνές το απαιτούμενο μέγεθος και μεγαλείο. Έτσι δεν βλέπουμε ποτέ τις αναρίθμητες βάρκες που έσκασαν μύτη στη Δουνκέρκη, ούτε τις εκατοντάδες χιλιάδες των στρατιωτών που είχαν παγιδευθεί στην παραλία. Βλέπουμε μόνο όσους πρέπει. Κι ίσως αυτό να είναι και το μυστικό μεγαλείο της ταινίας: Η Δουνκέρκη είναι αυτό που πρέπει. Καθαρή, αντικειμενική, εν μέρει ψυχρή, γεμάτη αγωνία και θάνατο, αλλά το κυριότερο μεγαλείο ανθρώπινης ψυχής. Είναι η ήττα που μετουσιώνεται σε θρίαμβο. Κι αυτό είναι και το μυστικό του σπουδαίου σινεμά: Να είναι απλά αυτό που πρέπει.

Σχόλια

Δημοφιλείς αναρτήσεις από αυτό το ιστολόγιο

Θέατρο - Disorder (2024)

Αρραβωνιάσματα (1950) (Α/Μ)

O τελευταίος πειρασμός (1964) (Α/Μ)

Les amours d'Anaïs (2021)

Κινηματογράφοι- Village @ The Mall (Αίθουσες 1-11)