Darkest hour (2017)



Ελληνικός τίτλος: Η πιο σκοτεινή ώρα

Ιστορικό δράμα των Universal/Focus, σε σκηνοθεσία Τζο Ράιτ, με τους Γκάρυ Όλντμαν, Λίλυ Τζέημς, Κρίστιν Σκοτ Τόμας, Μπεν Μέντελσον, Ρόναλντ Πίκαπ, Στήβεν Ντιλέην. 

Με τα στρατεύματα του Χίτλερ να προελαύνουν στις Κάτω Χώρες και τη Γαλλία, η βρετανική κυβέρνηση περνά κρίση,καθώς αιτείται η παραίτηση του πρωθυπουργού που κρίνεται ανάξιος των ημερών. Προκειμένου να διαλυθεί η Βουλή, μοναδική προσωπικότητα που υποστηρίζεται από τους κυβερνητικούς και την αντιπολίτευση είναι ο Ουίνστον Τσώρτσιλ, ο οποίος αναλαμβάνει τα ηνία της χώρας εν μέσω δυσφορίας πολλών εκ των συναδέλφων του αλλά και στην πιο σκοτεινή της ώρα.

Με δίχασε η ταινία. Και μάλλον φταίει το ότι είναι και η ίδια διχασμένη.Ίσως και αναποφάσιστη. Κατ' αρχήν, να ξεκαθαρίσουμε πως δεν πρόκειται για βιογραφία του Τσώρτσιλ, αλλά για εξιστόρηση μιας πολύ συγκεκριμένης (και σύντομης, μόλις 20 ημερών) περιόδου, από την παραμονή της ανάληψης των καθηκόντων του μέχρι την ημέρα που αποφασίζεται πως η Μεγάλη Βρετανία θα κηρύξει τον πόλεμο στη Γερμανία και τους συμμάχους της. Κι αυτό αναμφισβήτητα έχει μεγαλύτερο δραματουργικό ενδιαφέρον, όπως ανέκαθεν υποστηρίζω έναντι πεπιεσμένων χρονικά βιογραφιών που περισσότερο θυμίζουν δραματοποιημένα ντοκυμανταίρ. Ένα, λοιπόν, το κρατούμενο: ένα σενάριο επικεντρωμένο χρονικά που εστιάζει σε συγκεκριμένα γεγονότα και που την ίδια στιγμή καλείται να αναδείξει την προσωπικότητα του κεντρικού πρωταγωνιστή του, του Τσώρτσιλ. Κι εδώ έχουμε το δεύτερο κρατούμενο: τον Γκάρυ Όλντμαν.

Ενδεχομένως ερμηνεία ζωής για έναν σπουδαίο καρατερίστα ηθοποιό, με μια τεράστια φιλμογραφία που ουδέποτε, όμως, είχε αναδειχθεί σε μέγα πρωταγωνιστή. Εδώ παίρνει την ταινία όλη (μα όλη) επάνω του, παραμορφώνεται εμφανισιακά (εξαιρετικό το προσθετικό μακιγιάζ) και φωνητικά και ενδύεται τον ρόλο, εξ ολοκλήρου αγνώριστος, και μεταμορφώνεται στον Ουίνστον Τσώρτσιλ. Επί δύο ώρες στη οθόνη (είναι ελάχιστες οι σκηνές που δεν εμφανίζεται) δίνει τη δική του ερμηνευτική μάχη, όπως ο βρετανός πολιτικός άνδρας έδωσε τη δική του για να πατήσει η χώρα του στα πόδια της και να μην καταφύγει σε διαμεσολάβηση των Ιταλών για συνθηκολόγηση με τον Χίτλερ, όπως πολλοί υποστήριζαν. Μόνο που όπως μόνος του φαίνεται να έδωσε τη μάχη του ο Τσώρτσιλ τότε, έτσι μόνος του δίνει και τη μάχη του ο Γκάρυ Όλντμαν στην ταινία. Δεν υπάρχουν β' ρόλοι για να τον αναδείξουν και να τον απογειώσουν και έχεις την αίσθηση πως κατ' ουσίαν μιλάει μόνος του. Και είναι κρίμα, καθώς οι ρόλοι είναι εκεί, αλλά μένουν αναξιοποίητοι. Η σύζυγός του, Κρίστν Σκοτ Τόμας ζήτημα να έχει τρεις σκηνές, χωρίς κανένα όμως ουσιαστικό ενδιαφέρον. Η γραμματέας του, Λίλυ Τζέημς, θα μπορούσε να είχε αναπτυχθεί σε υπέροχη φιγούρα και τατόχρονα ένα ουσιαστικό όχημα διαλόγου με τον Τσώρτσιλ, αλλά κι αυτή χαραμίζεται, με την καλύτερή της σκηνή να είναι ένα συγκινησιακό ευκολάκι μπροστά στον χάρτη της Δουνκέρκης. Το ίδιο ανεκμετάλλευτες παραμένουν και οι δύο συναντήσεις του με τον βασιλιά Γεώργιο των 6ο (Μπεν Μέντελσον), εξαιρετική ιστορική φιγούρα και αυτός (είναι ο ρόλος που είχε παίξει ο Κόλιν Φερθ, στον Λόγο του Βασιλιά), που εδώ στέκει σκιά του εαυτού του. Γι΄αυτό σας λέω πως ο Γκάρυ Όλντμαν παίζει μόνος του. Είναι εξαιρετικές οι σκηνές στις ομιλίες του στη Βουλή, εξαιρετικές οι σκηνές που είναι μόνος στο δωμάτιό του ή όταν υπαγορεύει στη δακτυλογράφο του. Είναι εξαιρετικός και στη σκηνή του μετρό, όταν συνομιλεί με τους απλούς πολίτες. Αλλά κι αυτή η σκηνή είναι τόσο τραβηγμένη, τόσο αναμενόμενη σε όλα της που κι αυτή χάνει τη δυναμική της. Και στο φινάλε, πόση ώρα κάνει, βρε αδελφέ, το μετρό να πάει από το Σαιντ Τζέημς Παρκ στο Γουεστμίνστερ που είναι ο επόμενος σταθμός; Τόση ώρα που κρατάει η η σκηνή θα είχε φτάσει στο Τάουερ Χιλ, στην άλλη άκρη τηγς πόλης.

Έργο φωνής και εικόνας, είναι αξιοσημείωτη η προσοχή στα τεχνικά χαρακτηριστικά του φιλμ. Με ήχο Dolby Atmos για να αποδίδονται τέλεια οι σιωπές, οι θόρυβοι του περιβάλλοντος αλλά και οι μουσικές ή ηχητικές εκρήξεις, και με εικόνα Dolby Vision για να αναδειχθούν στην εντέλεια τα μαύρα και οι χρωματικοί τόνοι στη σκοτεινή φωτογραφία, είναι αμαρτία σε μια τόσο καλή -και εν δυνάμει καλύτερη- ταινία το σενάριο να μην φροντίζει τις λεπτομέρειες που θα την απογείωναν. Γιατί όλα τα υπόλοιπα καλά στοιχεία είναι εδώ: οι ηθοποιοί, τα "ψεύτικα" σκηνικά (ψηφιακά ή μη) που αναδεικνύουν μια θεατράλε ατμόσφαιρα, η φωτογραφία (σκοτεινή, όπως η ώρα του τίτλου), η μουσική που δίνει νεύρο στις σκηνές, όπως και ο σκηνοθέτης, που στήνει εξαιρετικά τις σκηνές του και τους ανθρώπους του, αλλά αμήχανος κι αυτός απέναντι σε ένα αμήχανο σενάριο ανεβάζει την κάμερα ψηλά στον ουρανό, και τη μετατρέπει στο μάτι του Θεού που βλέπει από ψηλά τους ανθρώπους της Γης ως αόρατα σημάδια απέναντι στο πεπρωμένο τους. 

Σχόλια

Δημοφιλείς αναρτήσεις από αυτό το ιστολόγιο

Θέατρο - Ρουά ματ (2024)

Fourmi (2019)

Θέατρο - The Big Game (2024)

Θέατρο - Τζούλια (2024)

Θέατρο - Έρωτας-Κόκκινο Φιλί -Κεφάλαιο ΙΙΙ (2024)