Molly's game (2017)


Δραματική βιογραφική ταινία των Sierra/Affinity & eOne, σε σκηνοθεσία Άλαν Σόρκιν, με τους Τζέσικα Τσάστέην, Ίντρις Έλμπα, Κέβιν Κόστνερ, Μάικλ Σέρα, Μπράιαν ντ'Άρσυ Τζέημς. 

Η αληθινή ιστορία της Μόλλυ Μπλουμ, μιας ευφυούς και αποφασιστικής γυναίκας, πρωταθλήτριας του σκι, που μετά από ένα ατύχημα παρατάει το άθλημα, πιάνει δουλειά σε ένα γραφείο-βιτρίνα που διοργάνωνε παράνομα παιχνίδια πόκερ, και γοητεύεται τόσο πολύ που ξεκινάει δική της μπίζνα όπου και διαπρέπει. Από τις πρώτες κιόλας σκηνές της ταινίας μαθαίνουμε πως -με εξαίρεση το δικό της όνομα- όλα τα άλλα έχουν αλλάξει ή και αποκρύπτονται, από την ίδια την ηρωίδα-συγγραφέα του βιβλίου στην οποία βασίστηκε η ταινία. Κι αυτό συνάδει και με την εξέλιξη του έργου, όπου αυτή η ιδιαίτερη ηρωίδα διακρίνεται από έναν δικό της κώδικα ηθικής που την κατέστησε διαφορετική μέσα σε έναν κόσμο διαφθοράς. Δεν ξέρουμε αν έτσι ήταν και στην πραγματικότητα τα γεγονότα ή αν έτσι τα παρουσιάζει η ίδια, όπως και να έχει πάντως, εφόσον στο βιβλίο της βασίζεται η ταινία, την αλήθεια της οφείλουμε να δεχτούμε ως δεδομένη και το πολύ-πολύ να το σκεφτούμε μόνοι μας μετά. Η αληθινή αναπαράσταση των γεγονότων δεν είναι ούτως ή άλλως το θέμα μας εδώ, αφού καλούμαστε να δούμε και να κρίνουμε ένα έργο μυθοπλασίας και τίποτα περισσότερο. 

Και ως έργο μυθοπλασίας, η αλήθεια είναι πως -στο σύνολό του- συναρπάζει, παρά το ιδιότροπο θέμα του, την κλειστοφοβική του ατμόσφαιρα (με εξαίρεση κάποια φλας μπακ από τους αγώνες σκι, όλη η ταινία διαδραματίζεται μέσα σε κλειστά δωμάτια) και τον καταιγισμό διαλόγων. Ω, ναι, μιλάνε ακατάπαυστα στην ταινία, από αρχής μέχρι τέλους. Κι όταν δεν μιλάνε οι ήρωες του έργου, μιλάει η πρωταγωνίστρια σε διαρκή voice over που επεξηγούν, αναλύουν ή διορθώνουν τα επί της οθόνης γενόμενα. Κι εδώ έχουμε το εξής παράδοξο: μολονότι λέγονται πολλά και διαρκώς, είναι αλήθεια πως αυτά που λέγονται είναι ενδιαφέροντα και συναρπαστικά. Το μυστικό πίσω από όλα αυτά είναι το όνομα του Άλαν Σόρκιν, διακεκριμένου σεναριογράφου της τηλεόρασης (The West Wing) και του κινηματογράφου, με κορυφαίο το Social Network. Εδώ περνάει για πρώτη φορά και πίσω από την κάμερα και ουσιαστικά καλείται να οπτικοποιήσει τον λόγο του. Τα καταφέρνει εξίσου καλά με το σενάριο; Σε γενικές γραμμές, η απάντηση είναι "ναι", αλλά και με κάποιες επιφυλάξεις. 

Είναι γνωστό τοις πάσι ότι στον Σόρκιν αρέσει να ακούει τον εαυτό του. Εξαιρετικός διαλογίστας καθώς είναι, η πένα του (ή το πληκτρολόγιό του) παίρνει φωτιά και είναι εμφανές ότι μπορεί να γράφει για ώρες και να βάζει τους ήρωές του να μιλάνε ακατάπαυστα. Το μαγικό είναι πως όση ώρα κι αν μιλάνε, τα λόγια τους είναι συναρπαστικά και ευφυή. Μόνο που όσο κι αν βγάζεις συμπέρασμα για κάποιον ήρωα από όλα όσα λέει, χρειάζεται να μπει κι ένας σκηνοθέτης στη μέση και να πλάσει χαρακτήρες, να στοιχειοθετήσει προσωπικότητες και να κόψει-ράψει τα λόγια των ηρώων του ώστε αυτά να εξυπηρετούν την κινηματογράφηση. Στην περίπτωσή μας, ο Σόρκιν ούτε λογόκρινε εαυτόν (σίγουρα του αρέσει να ακούγονται αυτά που γράφει), ούτε μπήκε στον κόπο να στοιχειοθετήσει προσωπικότητες. Με πιο απλά λόγια, βασίστηκε ξ ολοκλήρου στο βιβλίο της Μόλλυ, το δέχτηκε ως ευαγγέλιο και το μετέφερε στην οθόνη. Δεν παίρνει θέση ο ίδιος απέναντι στα γεγονότα, με αποτέλεσμα οι ήρωες της ταινίας να είναι ενδιαφέροντες μεν αλλά επιφανειακοί χαρακτήρες που ξεστομίζουν πολύ ενδιαφέροντα πράγματα. Κι όταν λέω πως δεν πήρε θέση, δεν εννοώ να κάνει δημοσιογραφική έρευνα για την αληθοφάνεια των συμβάντων -δεν γυρίζει ντοκυμανταίρ- όμως θα μπορούσε να μην δεχτεί ντε φάκτο τη Μόλλυ όπως η ίδια περιγράφει τον εαυτό της οπότε και πολύ περισσότερο να μην καταφύγει σε αυτήν την τόσο εύκολη σκηνή ψυχολογικής συνεδρίας με τον πατέρα της και να δικαιολογήσει μέσα σε πέντε λεπτά τη στάση δύο ανθρώπων για μία ολόκληρη ζωή. Ήθελε μια άλλη σκηνοθετική ματιά στο σημείο αυτό, κι ο Σόρκιν δεν φαίνεται πως την είχε. Άλλωστε, η σκηνή αυτή τού έδωσε την ευκαιρία να γράψει πολύ καλούς διαλόγους, και όπως είπαμε, στον Σόρκιν αρέσει να ακούει τον εαυτό του να μιλάει. 

Όμως, πέραν αυτού, η ταινία δουλεύει ρολόι, πολλώ δε μάλλον χάρη στη χαρισματική της πρωταγωνίστρια, την Τζέσικα Τσάστέην, η οποία ρουφάει τα λόγια του σεναρίου και τα ξεστομίζει εξαιρετικά, κάνοντάς τα δικά της, ακόμα κι αν δεν έχει πλήρη επίγνωση της ηρωίδας, πέραν αυτών που περιγράφονται στο βιβλίο. Εξαιρετικά όμορφη -επιτέλους και μια ταινία που εμφανίζεται ως γυναικάρα- και με απίστευτη πόζα και παρουσία μπροστά στην κάμερα, κλέβει κάθε σκηνή και κρατάει όλη την ταινία ουσιαστικά μόνη της, αφού οι β' ρόλοι -με εξαίρεση αυτόν του αξιοπρεπέστατου και αρκούντως κινηματογραφικού Ίντρις Έλμπα- είναι περιστασιακοί μέσα στα χρονικά πλαίσια της αφήγησης. Μεγάλης σημασίας είναι και το μοντάζ που δίνει όλον τον απαραίτητο ρυθμό στο φιλμ, με κοφτά πλάνα, αλλαγές και ένθετα που ανεβάζουν ταχύτητες, όμορφα υπογραμμισμένα και από τη μουσική του Τζέημς Νιούτον Χάουαρντ. Αναμφισβήτητα ενδιαφέρουσα ταινία που παρά τη μεγάλη της διάρκεια κυλάει σαν νεράκι. Απλά, οι θεατές που δεν γνωρίζουν αγγλικά και στηρίζονται εξ ολοκλήρου στους υπότιτλους θα χάσουν την μπάλα σε κάποιες σκηνές όπου λέγονται τόσα πολλά, τόσο γρήγορα και με παράλληλη ένθεση στοιχείων επί της οθόνης. Αυτό βέβαια δεν είναι πρόβλημα της ταινίας.Τέλος, δεν κατανοώ για ποιον λόγο ο τίτλος στην Ελλάδα είναι Molly's Game και όχι Το Παιχνίδι της Μόλλυ.

Σχόλια

Δημοφιλείς αναρτήσεις από αυτό το ιστολόγιο

Θέατρο - Ρουά ματ (2024)

Fourmi (2019)

Θέατρο - The Big Game (2024)

Θέατρο - Τζούλια (2024)

Θέατρο - Έρωτας-Κόκκινο Φιλί -Κεφάλαιο ΙΙΙ (2024)