La souriante Madame Beudet (1923) (A/M) (βωβό)


Δραματική ταινία σε σκηνοθεσία Ζερμαίν Ντυλάκ, με τους Ζερμαίν Ντερμόζ, Αλεξάντρ Αρκιγέρ, Ζαν Ντ'Υντ, Μαντλέν Γκιτύ, Υβέτ Γκριζιέ.

Σε μια μικρή επαρχιακή πόλη της Γαλλίας, η ζωή κυλά όπως κάθε μέρα στο σπιτικό της οικογένειας Μπεντέ. Ο υφασματέμπορος επιστρέφει στο σπίτι του από τη δουλειά, όπου βρίσκει τη γυναίκα του -μετά τη νωχελική και αδιάφορη ημέρα που έχει περάσει- να παίζει πιάνο. Της ανακοινώνει πως ο συνεταίρος του, ο κ. Λαμπάς, έχει βρει εισιτήρια για τον Φάουστ και της ζητά να ντυθεί. Εκείνη προφασίζεται πονοκέφαλο και αρνείται ευγενικά, κάτι στο οποίο επιμένει ακόμα κι όταν το ζεύγος Λαμπάς καταφθάνει σπίτι τους. Τότε ο άντρας της επαναλαμβάνει το αγαπημένο του αστείο: βγάζει το περίστροφο από το συρτάρι του γραφείου του και προφασίζεται πως θα αυτοκτονήσει αν εκείνη δεν του κάνει τη χάρη να τους ακολουθήσει. Το αστείο αυτό πάντοτε προκαλούσε αποστροφή στην κ. Μπεντέ, η οποία εξακολουθεί να αρνείται να βγει. Θυμωμένος, ο σύζυγός της την τιμωρεί κλειδώνοντας το πιάνο και φεύγει. Και είναι τότε που η κ Μπεντέ πράττει το αδιανόητο -ανοίγει το δεύτερο συρτάρι του γραφείου του, παίρνει μια σφαίρα και τη βάζει στο άδειο περίστροφο με το οποίο τόσο συχνά αστειεύεται ο άντρας της. 

Είναι η εποχή που ο κινηματογράφος γεννιέται κυριολεκτικά αποτελώντας τρόπο ψυχαγωγίας αλλά και πηγή δημιουργικής έκφρασης αφού ακόμα οι νόρμες δεν είχαν τεθεί άρα μπορούσαν εύκολα να απουσιάσουν. Στην προκειμένη περίπτωση προκαλεί επιπλέον θαυμασμό πως την ταινία τη σκηνοθετεί γυναίκα, η οποία αναδεικνύει την ιστορία μέσα από μια καθαρή θηλυκή ματιά. Η Ντυλάκ μεταφέρει στο σινεμά το ομότιτλο θεατρικό (Η χαμογελαστή κ. Μπεντέ) του Ντενύς Αμιέλ και του Αντρέ Ομπεΰ, με τον οποίο γράφει και το σενάριο που όμως εγκαταλείπει τη σκηνή του θεάτρου και απογειώνεται σε ένα οπτικό ντελίριο. Η έλλειψη ήχου οδηγεί τη σκηνοθεσία σε άλλα δημιουργικά μονοπάτια, καθώς περιορίζει αποκλειστικά στις απολύτως απαραίτητες τις κάρτες διαλόγων και αφήνει την εικόνα να σηκώσει όλο το βάρος της ταινίας. Και το αποτέλεσμα είναι συναρπαστικό, καθώς μοντάζ και οπτικά εφφέ συνεργάζονται αρμονικά με τη φωτογραφία και το θλιμμένο πρόσωπο της Ζερμαίν Ντερμόζ που χαμογελά μόνο όταν παίζει πιάνο ή όταν φαντασιώνεται τη ζωή της κάπου αλλού, με κάποιον άλλον. Το σπίτι είναι φυλακή, ο νεαρός τενίστας σε μια φωτογραφία ενός περιοδικού μετατρέπεται σε φανταστικό εραστή και αυτοί οι τέσσερις τοίχοι της μοναξιάς της εκείνο το βράδυ ανοίγουν σε ορίζοντες ονείρου και εφιάλτη ταυτόχρονα. 

Με άριστη αντίληψη και χρήση του κινηματογραφικού χρόνου (η διάρκεια του φιλμ δεν ξεπερνά τα 55 λεπτά, ενώ η διασωζόμενη κόπια διαρκεί μόλις 42), η Ντυλάκ αφηγείται σε ένα σχεδόν 24ωρο την ιστορία ολόκληρης της ζωής αυτής της δυστυχισμένης γυναίκας, περιγράφοντας ταυτόχρονα και ένα ολόκληρο κοινωνικό πλαίσιο. Σήμερα η ταινία θεωρείται ένα από τα πρώτα δείγματα γραφής του φεμινισμού στο σινεμά, ενώ η σκηνοθέτις της αναγνωρίζεται ως μία από τις πρώτες που διακρίθηκαν στον χώρο του ιμπρεσιονισμού αλλά και του υπερρεαλισμού. Για την ιστορία να αναφέρουμε πως η έλευση του ήχου στάθηκε το τέλος της σκηνοθετικής καριέρας της καθώς δεν της επέτρεπε  να συνεχίσει τους πειραματισμούς της. Τέλος δεν υπάρχουν στοιχεία για την προβολή της ταινίας στην Ελλάδα εκείνη την εποχή.

Για περισσότερες κριτικές ταινιών και παρουσιάσεις κινηματογραφικών αιθουσών, ακολουθήστε μας στο Facebook στη σελίδα Cinemano.

Αν αγαπάτε το γαλλόφωνο σινεμά, θα βρείτε κείμενα και κριτικές από το αρχείο του Cinemano, εδώΓια περισσότερες δραματικές ταινίες, κλικ εδώ.

Σχόλια

Δημοφιλείς αναρτήσεις από αυτό το ιστολόγιο

Θέατρο - The Big Game (2024)

Θέατρο - Τζούλια (2024)

Fourmi (2019)

Θέατρο - Έρωτας-Κόκκινο Φιλί -Κεφάλαιο ΙΙΙ (2024)

Θέατρο - Ρουά ματ (2024)