Toivon tuolla puolen (2017)


Ελληνικός τίτλος: Η άλλη όψη της ελπίδας

Δραματική κομεντί σε σκηνοθεσία Άκι Καουρισμάκι, με τους Σάκαρι Κουοσμάνεν, Σεργουάν Χατζί, Κάτι Ούτινεν, Τόμμι Ερόνεν, Ίλκα Κοϊβούλα, Τόμμι Κορπέλα. Μαρία Γιαβενχέλμι, Μίργια Οκσάνεν. 

Ένας μεσήλικας, ο Βίκστρομ, εγκαταλείπει τη γυναίκα του και την επιχείρησή του για να ξεκινήσει μια νέα ζωή ως εστιάτορας. Ο Καλέντ είναι ένας Σύρος πρόσφυγας που ζητά άσυλο στη Φινλανδία. Τα καπρίτσια της ζωής θα φέρουν τους δύο αυτούς άντρες στον ίδιο δρόμο και θα ενώσουν τις ζωές τους. 

Δύο διαφορετικοί άνθρωποι, δύο διαφορετικοί κόσμοι, ένα κοινό σύμπαν. Ο εκκεντρικός φινλανδός κινηματογραφιστής αφηγείται τη δική του εκδοχή για το προσφυγικό, ενώ την ίδια στιγμή μελετά την εσωτερική ανάγκη απόδρασης όλων μας από έναν κόσμο που μας πληγώνει, σε αναζήτηση ενός άλλου καλύτερου. Οι δύο άντρες της ιστορίας θέλουν να αλλάξουν τη ζωή τους, ο καθένας για τους δικούς του λόγους, ανεξαρτήτως του ειδικού τους βάρους. Ο Καλέντ, αφού βλέπει την οικογένειά του να ξεκληρίζεται από μια οβίδα στο Χαλέπι, φεύγει από τη Συρία και διασχίζει όλη την Ευρώπη αναζητώντας την αδελφή του την οποία έχασε σε κάποιο κέντρο υποδοχής. Φτάνει κατά λάθος στη Φινλανδία όπου και ζητά άσυλο. Ο Βίκστρομ, φινλανδός ευυπόληπτος πολίτης, αποφασίζει εν μία νυκτί -κυριολεκτικά- να αλλάξει τη ζωή του, να πετάξει την παλιά και να ξεκινήσει από το μηδέν. Παρατάει τη βέρα του και τη γυναίκα του, πουλάει μισοτιμής τα αποθέματα υποκαμίσων που εμπορευόταν και αγοράζει ένα εστιατόριο "με διακεκριμένη πελατεία και έμπειρο προσωπικό", όπως τον διαβεβαιώνει ο διαμεσολαβητής -ένα κωλοχανείο είναι στην ουσία, με κάτι υπαλλήλους χαμένα κορμιά που σερβίρει κονσέρβα σαρδέλες ως πιάτο της ημέρας. 

Κάποια στιγμή, οι δύο αυτοί άντρες θα συναντηθούν. Και είναι εδώ που ο Καουρισμάκι χαράσσει τη διαχωριστική γραμμή της Ευρώπης του "φαίνεσθαι" από την Ευρώπη του "είναι". Ό,τι αρνήθηκε εντελώς νομότυπα το ευγενέστατο και πλήρες κατανόησης πρόσωπο του επίσημου φινλανδικού κράτους στον Καλέντ, το προσφέρουν χωρίς δεύτερη σκέψη ο μονίμως σκυθρωπός Βίκστρομ που -κατ' ομολογίαν του- δεν έχει φίλους κι αυτό το μάτσο από καραγκιόζηδες που δουλεύουν στο εστιατόριό του. Μια χειραψία, ένα "χαίρω πολύ" κι ο Καλέντ βρίσκει μια πόρτα ανοιχτή χωρίς δεύτερη συζήτηση. 

Θα βρείτε ενδεχομένως ανισόβαρες τις δύο ιστορίες μεταξύ τους, όπως και τους δύο κόσμους που εκπροσωπούν. Το κεφάλαιο του Καλέντ είναι πολύ πιο προσγειωμένο, πολύ πιο ρεαλιστικό και πιο φιλικό προς τον θεατή, καθώς περιγράφει όλες τις γραφειοκρατικές διαδικασίες που περνά ο ήρωάς μας ώστε να πιστοποιηθεί εάν δικαιούται ή όχι ασύλου. Πολύ εκφραστικός μέσα στην εσωτερικότητα της ερμηνείας του ο Σεργουάν Χατζί, Σύρος ηθοποιός με εμφανίσεις σε τηλεοπτικά σήριαλ στη Μέση Ανατολή, εδώ στην πρώτη του κινηματογραφική εμφάνιση εντός εντός ευρωπαϊκού εδάφους, έχοντας ήδη εγκατασταθεί στη Φινλανδία από το 2010. Με δυο μάτια μονίμως υγρά και ένα πρόσωπο κουρασμένο από τα βάσανα ο Καλέντ αφηγείται την ιστορία του και υπομένει με στωικότητα τις αντιξοότητες, είτε προέρχονται από τη γραφειοκρατία είτε από τους νεοναζί που τον κακοποιούν, μπερδεύοντας μέχρι και την καταγωγή του ("εβραιόπουλο" τον αποκαλεί κάποιος). 

Στην αντίπερα όχθη, η ιστορία του Βίκστρομ (με την ερμηνεία του Σάκαρι Κουοσμάνεν να τον θέλει ανέκφραστο, ακίνητο, μουτρωμένο αλλά στακάτο) είναι πιο κοφτή, πιο ψυχρή, πιο σουρεάλ, πιο σάτιρα θα έλεγε κανείς των προβλημάτων που αντιμετωπίζει σήμερα ο μέσος ευρωπαίος πολίτης και μάλιστα σε μια χώρα όπου φαινομενικά όλα δουλεύουν ρολόι. Αυτό ακριβώς όμως είναι που κάνει τη χώρα αυτή ψυχρή και απόμακρη, όπως η ίδια της η γλώσσα. Κανείς δεν χαμογελάει, όλοι τρώγονται με τα ρούχα τους, μέλημά τους είναι το χρήμα και κυνήγι τους ένα καλύτερο αύριο, χωρίς όμως να αντιλαμβάνονται στην ουσία του το πρόβλημα που έχουν με το σήμερα. Απλά, θέλουν κάτι άλλο, ποτέ δεν το πετυχαίνουν και ξανά δοκιμάζουν κάτι καινούργιο. 

Με έναν σκηνικό διάκοσμο που παραπέμπει σε ρετρό, άσχημα (ή και καθόλου) διακοσμημένους χώρους -ψυχρά τοπία οι περισσότεροι- και μια απάνθρωπη ερημιά στους δρόμους, η καθώς πρέπει Φινλανδία του σήμερα απογυμνώνεται και απομένει στα χέρια των πιο αποτυχημένων από τους κατοίκους της να περισώσουν την ελπίδα ενός ευρωπαϊκού αύριο. Μιας ελπίδας τόσο εύθραυστης που μπορεί να τη θρυμματίσει η λεπίδα ενός σουγιά και ενός αύριο τόσο μελαγχολικού που μοναδική ελπίδα σωτηρίας του είναι η αξιοπρέπεια και η διατήρηση της ιστορικής συνέχειας. "Τη λάτρεψα τη Φινλανδία", λέει σε κάποιο σημείο ο Καλέντ, "αλλά αν μπορέσεις να μου βρεις έναν τρόπο να φύγω από εδώ, θα σου είμαι ευγνώμων". Κι αυτό τα λέει όλα.

Σχόλια

Δημοφιλείς αναρτήσεις από αυτό το ιστολόγιο

Θέατρο - Ρουά ματ (2024)

Fourmi (2019)

Θέατρο - The Big Game (2024)

Θέατρο - Τζούλια (2024)

Θέατρο - Έρωτας-Κόκκινο Φιλί -Κεφάλαιο ΙΙΙ (2024)