Murder on the Orient Express (2017)


Ελληνικός τίτλος: Έγκλημα στο Οριάν Εξπρές

Αστυνομική περιπέτεια της Fox, σε σκηνοθεσία Κέννεθ Μπράνα, με τον ίδιο και τους Τζώννυ Ντεπ, Πηνέλοπε Κρουζ, Μισέλ Φάιφερ, Τζούντυ Ντεντς, Γουίλλεμ Νταφόε, Τομ Μπέητμαν, Ντέρεκ Τζάκομπι, Σεργκέι Πολούνιν. 

Ο διάσημος ντετέκτιβ Ηρακλής Πουαρώ, μετά από μια επιτυχηmένη του αποστολή στην Ιερουσαλήμ, βρίσκεται στην πολυτελή αμαξοστοιχία του Οριάν Εξπρές, επιστρέφοντας στην Ευρώπη. Ένα τριήμερο άνεσης και χαλάρωσης για τον ίδιο μετατρέπεται σε μυστήριο μετά φόνου, καθώς ένας εκ των επιβατών βρίσκεται νεκρός στο κουπέ του. 

Θα το πω εξ αρχής για να φύγει ο ελέφαντας από το δωμάτιο: δεν είμαι φαν του Ηρακλή Πουαρώ. Καθόλου όμως. Έβρισκα πάντοτε τη φιγούρα του καρικατουρίστικη και την παρουσία του τόσο αλαζονική που με ενοχλούσε. Παράλληλα, δεν υπήρξα ποτέ τρελός φαν των ταινιών της Άγκαθα Κριστι. Θεωρούσα, πάντοτε, πως τα βιβλία της ήταν αρκούντως διασκεδαστικά (κυρίως χάρη στις αλλοπρόσαλλες ανατροπές τους), αλλά χωρίς να προσφέρονται για κινηματογραφικές ταινίες. Δεν είναι τυχαίο, άλλωστε, πως μεγαλύτερη επιτυχία έκανε το έργο της συγγραφέως στην τηλεόραση παρά στο σινεμά, από το οποίο "απέχει" κάτι χρόνια, και μάλλον όχι αδικαιολόγητα, αφού στα βιβλία της δεν υπάρχουν χαρακτήρες ολοκληρωμένοι που να προσφέρονται για κινηματογραφική εμβάθυνση. Πιο πολύ ποντάρει κάθε διήγημά της στην έκπληξη και στην ανατροπή του φινάλε, παρά στο τι συμβαίνει μεταξύ εγκλήματος και διαλεύκανσης. 

Παρ'όλα αυτά, το "Οριάν Εξπρές" υπήρξε ανέκαθεν μια από τις αγαπημένες μου ταινίες, και αναφέρομαι φυσικά στην κατά Σίντνεϋ Λιουμέτ εκδοχή του 1974. Τότε, ο σκηνοθέτης της ταινίας, αντιλαμβανόμενος τα δραματουργικά κενά του βιβλίου, την παράξενη περσόνα του Πουαρώ και το απίθανον της όλης εξέλιξης, είχε στρέψει την προσοχή του κοινού αλλού, χρησιμοποιώντας ένα καστ πολλών αστέρων και μετατρέποντας την ταινία σε ένα εύθυμο γαϊτανάκι ανατροπών, το οποίο παρακολουθούσες με ενδιαφέρον και χαμόγελο, αφού πιο πολύ σε ενδιέφερε να βλέπεις τον τάδε ή τον δείνα ηθοποιό να ξεστομίζει τις απιθανότητες της ιστορίας, παρά αυτή καθ' εαυτή η εξέλιξή της. Αν συμπεριλάβουμε στο τότε εγχείρημα την καταλυτική και πληθωρική παρουσία του Άλμπερτ Φίννεϋ στον ρόλο του Πουαρώ και την ευρύτερη ανάλαφρη αίσθηση των '70s, ορατή σε κάθε καρρέ της ταινίας, εύκολα αντιλαμβανόμαστε τη διαχρονική επιτυχία του και την κατάταξή του στα "κλασσικά". 

Επάνω στις βάσεις της τότε ταινίας στηρίχθηκε ο Κέννεθ Μπράνα για τη νέα αυτή παραγωγή. Όμως, έμεινε στην επιφάνεια και όχι στο βάθος των επιλογών. Έτσι, πολύ απλά "αντιγράφει" την ιδέα του all star cast και επιστρατεύει μεγάλα ονόματα για τους ρόλους των επιβατών, δίνοντας στην ταινία όλο το απαιτούμενο glamour μιας μεγάλης παραγωγής. Την ίδια στιγμή, χρησιμοποιεί πλούσια σκηνικά και εφφέ για το τραίνο και τη διαδρομή του, σε συνεργασία με τη φωτογραφία του Τζέφρυ Άνσγουωρθ που φαντάζει λαμπερή, ιλουστρασιόν και αρκούντως "ψεύτικη", λες και κλείνει το μάτι στον θεατή, υπονοώντας πως όλα αυτά που βλέπει δεν είναι κάτι περισσότερο από ένα παραμύθι για μεγάλους. Μέχρι εδώ όλα καλά, όμως η ταινία έχει δύο βασικά θέματα: πρώτον τον Κέννεθ Μπράνα στον ρόλο του Πουαρώ και δεύτερον τον Κέννεθ Μπράνα στον ρόλο του σκηνοθέτη/εμπνευστή. Και στις δύο περιπτώσεις, το σφάλμα που κάνει είναι το ίδιο: με το ένα πόδι πατάει στην παρωδία και με το άλλο στο ρεαλιστικό δράμα. Ως Πουαρώ, μας συστήνεται στην Ιερουσαλήμ εκκεντρικός και στα όρια της καρικατούρας (με ένα απίστευτο μουστάκι), περσόνα που διατηρεί και στις πρώτες σεκάνς εντός του τραίνου, ενώ όσο προχωρά η ταινία (και κυρίως στο φινάλε) μετατρέπεται σε έναν πιο αληθοφανή και κάποιες στιγμές τραγικό χαρακτήρα, προσπαθώντας εμφανώς να προσδώσει ειδικό βάρος στον ήρωα (πάντα, όμως, με το ίδιο μουστάκι). Μόνο που όλο αυτό πάσχει από μια κάποια αυταρέσκεια, ενώ δεν κουμπώνει με τα προηγούμενα. Φαλτσάρει η ταινία στο σύνολό της, καθώς το ίδιο επαναλαμβάνει και στους υπόλοιπους χαρακτήρες -από τη μια προσχηματικοί και από την άλλη τραγικοί- με αποτέλεσμα να μην υπάρχει συνοχή. Είναι σαφές πως ως δημιουργός της ταινίας είχε δύο σαφείς επιλογές: ή να μείνει στο ανάλαφρο ύφος της πρωτότυπης ή να "ξαναδιαβάσει" το βιβλίο και να του προσδώσει έναν χαρακτήρα ρεαλιστικό και σκοτεινό. Από λάθος του προτίμησε να παντρέψει και τα δύο, με άνισα αποτελέσματα. 

Όμως, η ταινία δεν παύει να είναι απολαυστική και να προσφέρει ένα ψυχαγωγικό δίωρο χολλυγουντιανής τέρψης, τόσο με τους ηθοποιούς της που όλοι δίνουν το στίγμα τους (εξαιρετική, παρεμπιπτόντως η Μισέλ Φάιφερ, σε έναν ακόμη διακριτό β' ρόλο φέτος, μετά τη "Μητέρα"), όσο και με τον πλούτο της εικόνας της και της προσεγμένης της αισθητικής. Η μουσική του Ρίτσαρντ Ρόντνεϋ Μπέννετ είναι υποβλητική και απογειώνει τα εξωτερικά πλάνα του τραίνου μέσα στο αχανές τοπίο, ενώ ιδιαίτερη μνεία οφείλω και στον ήχο που αποδίδει όλες αυτές τις μικρές λεπτομέρειες που εντείνουν στον ρεαλισμό του χώρου και του τόπου. Χωρίς καμιά διάθεση σπόιλερ, το φινάλε της ταινίας αφήνει ορθάνοιχτη την πόρτα για την επόμενη περιπέτεια του Πουαρώ, στο "Έγκλημα στο Νείλο".

Σχόλια

Δημοφιλείς αναρτήσεις από αυτό το ιστολόγιο

Θέατρο - Ρουά ματ (2024)

Fourmi (2019)

Θέατρο - The Big Game (2024)

Θέατρο - Τζούλια (2024)

Θέατρο - Έρωτας-Κόκκινο Φιλί -Κεφάλαιο ΙΙΙ (2024)