Om det oändliga (2019)


Ελληνικός τίτλος: Η ομορφιά της ύπαρξης

Το σινεμά του Ρόυ Άντερσον δεν το παρακολουθείς, μα το ζεις ως εμπειρία. Καθώς έχουμε να κάνουμε με έναν από τους λίγους σύγχρονους αμιγώς εικονοκλάστες δημιουργούς, αλλά και με έναν σκηνοθέτη που τολμά να παραθέτει έναν αυτούσιο, δικό του λόγο, στέκεσαι πάντοτε βιωματικά απέναντι στις ταινίες του οι οποίες σε καλούν να τις αντιληφθείς όπως εσύ αισθάνεσαι και μετουσιώνεις την κάθε σκηνή. Ειδικά στην "Ομορφιά της Ύπαρξης", ο Άντερσον μοιάζει να σου διαβάζει με τις εικόνες του ένα βιβλίο με χαϊκού, μια ανθολογία ποιημάτων με κοινό θέμα την απεραντοσύνη της ύπαρξης, το αέναο της ίδιας μας της ζωής. Ως τέτοια, η ταινία δεν θα μπορούσε ποτέ να ενταχθεί σε ένα πλαίσιο αντικειμενικής ή ορθής κριτικής, αφού όποιος πει ότι την κατανοεί απόλυτα ώστε να την κρίνει, πολύ απλά ψεύδεται. Μεταξύ υπερρεαλισμού και ονείρου αλλά και με στιγμές απέραντης ειλικρίνειας και αίσθησης της πραγματικότητας, οι εικόνες του Άντερσον μοιάζουν με μονοπάτι προς την ολοκλήρωση, τόσο αποσπασματικές μα ταυτόχρονα και σύνθετα κομμάτια ενός παζλ που μολονότι δεν βγάζει νόημα με την πρώτη ματιά δεν παύει αν αποτελεί αποτύπωση του μικροσύμπαντος της ύπαρξής μας.

Με συνδετικό κρίκο την υπνωτιστική φωνή μιας γυναίκας που μας ανακοινώνει στην έναρξη της κάθε σκηνής αυτούς που "βλέπει", η ταινία ξετυλίγεται σε πολυάριθμα στατικά κάδρα εξαιρετικής εικαστικής ομορφιάς που φιλοξενούν αυτούς που η αόρατη φωνή παρατηρεί σιωπηλά. Και κάπως έτσι, από τα πρώτα κιόλας λεπτά του φιλμ, χάνεσαι σε ένα άχρονο σύμπαν που μοιάζει με αυτό των Αγγέλων, λες και αιωρείσαι κι εσύ μαζί με αυτήν την αόρατη φωνή που κατέβηκε από τον ουρανό για να παρατηρήσει την ανθρωπότητα, χωρίς όμως να ξέρεις το γιατί. Η φωνή, το κάδρο, η κάμερα, ο ίδιος ο Άντερσον δεν κρίνουν, δεν τιμωρούν, δεν συμφωνούν ούτε παίρνουν θέση. Απλά βλέπουν, καταγράφουν, στοιχειοθετούν όλους αυτούς τους ανθρώπους σε αποσπάσματα της καθημερινότητάς τους που συντελούν στη μεγάλη εικόνα της ίδιας τους της ύπαρξης. Κι έχουν τέτοιο μεγαλείο αυτά τα στιγμιότυπα μέσα στην ασύλληπτη απλότητά τους που αποκτούν με έναν μαγικό τρόπο μια απέραντη οικουμενικότητα, την ίδια στιγμή που σου επιτρέπουν να αφεθείς σε δικά σου βιώματα και να αναλογιστείς τις δικές σου μικρές, απλοϊκές στιγμές που όμως έχουν συνθέσει το όλον της δικής σου παρουσίας.

Εξαιρετικός συνοδοιπόρος του Ρόυ Άντερσον σε αυτήν την "ποιητική" ανθολογία, ο διευθυντής φωτογραφίας Γκέργκελυ Πάλος που μεταμορφώνει την κάμερα σε καβαλέτο υπαρξιστή ζωγράφου. Με μια γήινη παλέτα χρωμάτων που υπαινίσσεται πάντα έναν ελοχεύοντα ζόφο, η κάμερα του Πάλος στέκει υπομονετικά ακίνητη και αφήνει τους ήρωες του κάθε πίνακα να κινούνται εντός της κορνίζας, κάποιες φορές γρήγορα, κάποιες φορές αργά, κάποιες φορές καθόλου. Έχει μια τρομακτική ειρωνεία το κάθε κάδρο και το κάθε στιγμιότυπο, καθώς μονίμως υπαινίσσεται την αίσθηση του πεπερασμένου. Το τέλος, ο θάνατος, η μοναξιά, η απώλεια, η καταστροφή είτε αποκαλύπτονται είτε στέκουν βουβά ως λεπτομέρειας της μεγαλύτερης εικόνας. Και κάπου εκεί βρίσκεται και το μεγαλείο της ταινίας, καθώς άλλοτε τραγικά, άλλοτε με χιούμορ, άλλοτε σιωπηλά σέβεται την αίσθηση των μεγεθών: του "τώρα" έναντι του "πάντα", του "εγώ" έναντι των "όλων", του "φαίνεσθαι" έναντι του "είναι" και του "εδώ" έναντι της απεραντοσύνης του σύμπαντος.

Για περισσότερες κριτικές ταινιών και παρουσιάσεις κινηματογραφικών αιθουσών, ακολουθήστε μας στο Facebook στη σελίδα Cinemano.

Σχόλια

Δημοφιλείς αναρτήσεις από αυτό το ιστολόγιο

Θέατρο - The Big Game (2024)

Θέατρο - Τζούλια (2024)

Θέατρο - Έρωτας-Κόκκινο Φιλί -Κεφάλαιο ΙΙΙ (2024)

Fourmi (2019)

Ο Θόδωρος και το δίκανο (1962) (Α/Μ)